Της Βάνας Κουτρουλού
Η κυβερνητική συμμαχία του «φωτεινού σηματοδότη» περνά στην ιστορία και αποχαιρετά. Και τι ιστορία: Σε μια κίνηση άνευ προηγουμένου από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς αποπέμπει τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από το Κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (FDP). Ο Λίντνερ συμπεριφέρεται «ανεύθυνα», δήλωσε ο επικεφαλής της γερμανικής κυβέρνησης το βράδυ στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία, συμπληρώνοντας: «Ως καγκελάριος, δεν μπορώ να το ανεχτώ αυτό».
Ο Σολτς συνέδεσε την απόφασή του με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο Λίντνερ αρνήθηκε να αναστείλει το «φρένο χρέους» (τον κανόνα που απαγορεύει τον υπερβολικό δανεισμό της χώρας με εξαίρεση μόνο έκτακτες συνθήκες), όπως είχε υποσχεθεί, προκειμένου να παράσχει περισσότερη βοήθεια στη χώρα. «Ανησυχεί για τη δική του πελατεία, ανησυχεί για τη βραχυπρόθεσμη επιβίωση του δικού του κόμματος», δήλωσε ο Σολτς για τον Λίντνερ, καταλογίζοντάς του «ακατανόητο εγωισμό». Πέρα από τις προσωπικές προσβολές κατά του Κρίστιαν Λίντνερ, η κίνηση δείχνει πάνω από όλα ότι ο Σολτς οδήγησε στην παγίδα τον Λίντνερ, όταν ο τελευταίος ένιωσε ότι είχε το πάνω χέρι.
Ψήφο εμπιστοσύνης στις 15 Ιανουαρίου, πρόωρες εκλογές το Μάρτιο
Τώρα, ο Σολτς ζητά ψήφο εμπιστοσύνης τη νέα χρονιά στις 15 Ιανουαρίου και έτσι ανοίγει ο δρόμος για πρόωρες εκλογές τον Μάρτιο. Απευθύνει έκκληση και προς τον μεγάλο αντίπαλό του, τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρο των Χριστιανοδημοκρατών Φρίντριχ Μερτς για στήριξη σε κρίσιμα θέματα ασφάλειας και άμυνας, δεδομένης της διεθνούς κατάστασης. Όμως, ο Μερτς απέκλεισε κάτι τέτοιο, ζητώντας εκλογές τώρα.
Προς ύφεση οδεύει για δεύτερη χρονιά
Οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις έρχονται να προστεθούν στην οικονομική στασιμότητα στην οποία έχει περιέλθει η Γερμανία, αντιμετωπίζοντας πλέον το ενδεχόμενο να κλείσει και το 2024 με ύφεση. Τα προβλήματα στον κατασκευαστικό τομέα και ο παγκόσμιος ανταγωνισμός, ιδίως από την Κίνα, αναδεικνύουν διαρθρωτικά ζητήματα, έπειτα από μία υγειονομική κρίση και μία ενεργειακή κρίση.
Η Γερμανία επηρεάστηκε από τον πόλεμο περισσότερο απ’ ό,τι οι άλλες χώρες της Ε.Ε., με δεδομένο ότι για περισσότερα από 25 χρόνια εξαρτιόταν απόλυτα από τις εισαγωγές του, φθηνού, ρωσικού φυσικού αερίου. Εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία, οι δημόσιες επενδύσεις ήταν αναιμικές λόγω του αποκαλούμενου «φρένου χρέους». Όλα αυτά οδήγησαν σε μεγάλη απώλεια της ανταγωνιστικότητας την «καρδιά» της γερμανικής οικονομίας: τη βιομηχανία, με τελευταίο παράδειγμα την περίπτωση της Volkswagen, η οποία ανακοίνωσε ότι ετοιμάζεται για 15.000 απολύσεις και περιορισμό των εργασιών της στη Γερμανία, μετά την «επέλαση» της Κίνας στον χώρο των ηλεκτρικών και υβριδικών αυτοκινήτων.