Του Κώστα Παππά
Όταν σε μια χώρα οι πολίτες της , σύμφωνα με την σχετική έρευνα της ΓΣΕΕ, σε ποσοστό 60 τοις εκατό δεν μπορούν να βγάλουν το μήνα με τα χρήματα που παίρνουν και 9 στους 10 μειώνουν τις δαπάνες τους σε βασικά είδη διατροφής , όχι σε είδη πολυτελείας , όχι σε περιττά έξοδα , αλλά στα είδη διατροφής!!! τότε αυτή η χώρα δεν μπορεί να ελπίζει σε πολλά για το μέλλον.
Η περιβόητη ανάπτυξη για την οποία μας μιλάνε σχεδόν καθημερινά από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει καταντήσει το πιο σύντομο ανέκδοτο, καθώς πλέον στην Ελλάδα δεν ευημερούν πλέον ούτε οι αριθμοί, δυστυχούν και αυτοί μαζί με τους ανθρώπους , οι οποίοι μέσα στην μέγγενη των πληθωριστικών πιέσεων και της αισχροκέρδειας που πλήττουν κατά κύματα την αγορά δεν μπορούν πλέον να ανταπεξέλθουν .
Τα ελληνικά νοικοκυριά είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας , αν κάποιος παρατηρήσει και την αύξηση του ιδιωτικού χρέους τα τελευταία χρόνια μπορεί εύκολα να βγάλει συμπεράσματα. Που είναι λοιπόν οι περίφημες επενδύσεις που θα φέρουν ανάπτυξη και ευημερία στους πολίτες; Που είναι το μέρισμα που θα λάβουν οι πολίτες από την υποτιθέμενη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ; Που είναι η αύξηση του μέσου μισθού στα 1500 ευρώ μεικτά που ο κ. Μητσοτάκης διατυμπάνιζε τα τελευταία χρόνια σαν βασικό του στόχο για την βελτίωση των μέσων εισοδημάτων; Με ποιον τρόπο θα πραγματοποιηθούν αυτές οι περίφημες αυξήσεις όταν μόνο το 29%των εργαζομένων καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και 1 στους 3 εργαζόμενους δεν λαμβάνει τις υπερωρίες του; Τη στιγμή που η εργασιακή ζούγκλα γύρω μας έχει καταστεί θεσμοθετημένος κανόνας.
Καμία ανάπτυξη λοιπόν που μπορεί να την νοιώσει ο πολίτη στην καθημερινότητά του, εκτός από τις γνωστές ελίτ που κάνουν πάρτι τα τελευταία χρόνια στην θεσμοθετημένη ασυδοσία που φέρνει η έλλειψη ελέγχων στην αγορά . Καμία βελτίωση των εισοδημάτων , καμία μείωση των φορομπηχτικών πολιτικών , καμία σοβαρή ελπίδα λοιπόν για την μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας.
Το αφήγημα της σταθερότητας καταρρέει , εκτός και αν οι κυβερνώντες θεωρούν σταθερότητα την παγίωση αυτής της κατάστασης.
Παραθέτουμε σήμερα τα στοιχεία της ΓΣΕΕ που είναι εύγλωττα και παρουσιάζουν την κατάσταση ως έχει χωρίς ωραιοποιήσεις και επικοινωνιακά τρικ.
Έξι στους 10 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα δηλώνουν πως ο μισθός τους δεν επαρκεί για την κάλυψη των μηνιαίων εξόδων, ενώ σχεδόν 9 στους 10 έχει αναγκαστεί να μειώσει τις δαπάνες του σε βασιικά είδη διατροφής προκειμένου να ανταπεξέλθει, όπως προκύπτει από έρευνα της που διενήργησαν η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας σε συνεργασία με την εταιρεία Alco.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το μηνιαίο εισόδημα μόνο το 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ο μισθός του επαρκεί για την κάλυψη των μηνιαίων εξόδων.

Παράλληλα η ακρίβεια εξακολουθεί να δοκιμάζει τις αντοχές το νοικοκυριών με το 88% των εργαζομένων να δηλώνει ότι έχει μειώσει τις δαπάνες του σε βασικά είδη διατροφής προκειμένου να ανταπεξέλθει.

7 στους 10 «βάζουν χέρι» στις αποταμιεύσεις ή δεν έχουν καθόλου
Βάσει της έρευνας, 7 στους 10 εργαζομένους (71% των ερωτηθέντων) δηλώνει ότι είτε χρησιμοποιεί μέρος των αποταμιεύσεων του (34%), είτε ότι δεν διαθέτει καθόλου αποταμιεύσεις (37%), προκειμένου να αντιμετωπίσει τα έξοδα του μήνα.

Πηγή: ΙΝΕ ΓΣΕΕ / Alco
Μεγάλο βαρίδι το κόστος της στέγασης
Μεγάλο βαρίδι αποτελεί το κόστος της στέγασης και της θέρμανσης. Όπως προκύπτει, σχεδόν 6 στους 10 εργαζόμενους (58%) που ενοικιάζουν κατοικία, ξοδεύουν πάνω από το 40% του μηνιαίου εισοδήματός του σε δαπάνες ενοικίου, και θέρμανσης. Την ίδια ώρα σχεδόν 1 στους 2 εργαζομένους με ιδιόκτητη κατοικία ξοδεύει πάνω από το 20% του μηνιαίου εισοδήματός του για αποπληρωμή στεγαστικών δανείων και θέρμανση.


6 στους 10 δεν είδαν αύξηση μισθού το 2024
Σε ό,τι αφορά τους μισθούς, το 43% των εργαζομένων δηλώνει ότι έλαβε αύξηση το 2024, ποσοστό που σε σημαντικό βαθμό συμπίπτει με το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Tο 57% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν είχε καμιά αύξηση στο ύψος του μισθού του.

Την ίδια ώρα, το 52% εκτιμά πως δεν θα λάβει αύξηση μισθού το επόμενο εξάμηνο, ενώ μόλις το 22% αναμένει αυξήσεις.

Ένας στους 3 δεν αμείβεται για τις υπερωρίες
Σε ό,τι αφορά τον χρόνο εργασίας, το 40% δηλώνει ότι εργάζεται πέρα του προβλεπόμενου χρόνου εργασίας και μάλιστα το 43% υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες σε εβδομαδιαία βάση. Την ίδια ώρα περίπου 1 στους 3 εργαζομένους (36%) δηλώνει ότι δεν αμείβεται για τις πρόσθετες ώρες εργασίας του.
Το 86% των εργαζομένων ζητούν οι κλαδικές συμβάσεις να είναι δεσμευτικές για όλες τις επιχειρήσεις
Οι εργαζόμενοι στη συντριπτική τους πλειονότητα (86%) υποστηρίζουν την καθολική κάλυψη όλων των εργαζομένων και την υποχρεωτική ισχύ για όλες τις επιχειρήσεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Παράλληλα, το 83% θεωρεί ότι οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν σημαντικό παράγοντα προστασίας των εργαζόμενων και επίτευξης ισότιμων συνθηκών εργασίας.
Κάτω από 1 στους 3 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα καλύπτεται από κάποια μορφή συλλογικής σύμβασης
Βάσει της έρευνας σχεδόν ένας στους τρεις εργαζομένους (29%) που ερωτήθηκαν δηλώνει ότι καλύπτεται από κάποια μορφή συλλογικής σύμβασης στην εργασία του. Επιβεβαιώνεται έτσι για ακόμη μια φορά η παγίωση της τάσης που κατατάσσει την χώρα μας στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ-27 σε ό,τι αφορά τα ποσοστά κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις.
Όπως σημειώνει η ΓΣΕΕ, από το σύνολο των απαντήσεων της έρευνας επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά η υψηλή εμπιστοσύνη των εργαζομένων στον θεσμικό ρόλο των συλλογικών συμβάσεων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, όπως προσθέτει, καθίσταται επίσης σαφές ότι τόσο το εισόδημα, όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μισθωτής εργασίας συνεχίζουν να υφίστανται σημαντικές πιέσεις, με τους εργαζόμενους να αποκομίζουν ελάχιστα από τα οφέλη της όποιας οικονομικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τη Συνομοσπονδία, τα συνδικάτα ζητούν:
- την επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) και του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού από τις τριτοβάθμιες οργανώσεις των εργαζομένων και των εργοδοτών∙
- την αποκατάσταση όλων των προτεραιοτήτων του συλλογικού εργατικού δικαίου με έμφαση στην επέκταση και καθολική ισχύ των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, την συρροή, την μετενέργεια κ.λ.π.
- την αύξηση μισθών, πέραν του κατώτατου μισθού, για την αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων∙
- την ουσιαστική παρέμβαση στο ζήτημα της κοινωνικής κατοικίας μέσω ολοκληρωμένων πολιτικών αύξησης της προσφοράς κατοικιών για τους εργαζόμενους.