Κυριακή, 16 Μαρτίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Ένα πιο επικίνδυνο κόσμο κληρονομεί ο Ντόναλντ Τραμπ

 

Της Βάνας Κουτρούλου

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν περιμένει μέχρι τον Ιανουάριο να ορκιστεί ως ο 47ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, για να εκκινήσει τη νέα εξωτερική πολιτική του – έχει ήδη απειλήσει με εμπορικό πόλεμο με τον Καναδά και το Μεξικό και έδειξε ποιος είναι το αφεντικό, όταν ο Καναδός πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό έσπευσε στη Φλόριντα για συνομιλίες μαζί του. Τη Δευτέρα, προειδοποίησε για μία «κόλαση» στη Μέση Ανατολή, εάν η Χαμάς δεν απελευθερώσει τους ομήρους πριν την ορκωμοσία του. Την Τρίτη, ανακοίνωσε το πρώτο ταξίδι του στο εξωτερικό για τα θυρανοίξια της Παναγίας των Παρισίων, σηματοδοτώντας ουσιαστικά, ανεπίσημα και μεγαλειωδώς την επάνοδό του στη διεθνή πολιτική σκηνή. 

Αυτή τη φορά, όμως, σε έναν κόσμο με μεγάλη αστάθεια, με επείγουσες κρίσεις και στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μετάβαση της εξουσίας στην Ουάσινγκτον προχωρά με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Έχοντας τη γνώση και την εμπειρία της πρώτης προεδρικής θητείας, ο Τραμπ κινείται με ασυνήθιστη διακριτικότητα και ταχύτητα από την έπαυλη του στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντα, στελεχώνοντας τις περισσότερες από τις κορυφαίες θέσεις συμβούλων και υπουργών πριν από την Ημέρα των Ευχαριστιών. Τα διλήμματα πολλά για το πώς θα ισορροπήσει ανάμεσα στο «Πρώτα η Αμερική» και έναν πλανήτη σε αστάθεια. 

Θα παίξει άμυνα η Ευρώπη ή θα βγει στην αντεπίθεση;

Αποδυναμωμένες πλέον οι πολιτικές ηγεσίες Γαλλίας και Γερμανίας, των δύο πυλώνων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, με αρρυθμίες στις οικονομίες τους, θα δυσκολευτούν να υπερασπιστούν την ατζέντα τους απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ. Η Γαλλία βιώνει πολιτική αστάθεια με την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ σε λιγότερο από έξι μήνες μετά τις πρόωρες εκλογές. Η Γερμανία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο με την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού του Όλαφ Σολτς, όταν απέπεμψε τον Υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, που αρνήθηκε να αναστείλει το «φρένο χρέους» (τον κανόνα που απαγορεύει τον υπερβολικό δανεισμό της χώρας με εξαίρεση μόνο έκτακτες συνθήκες), όπως είχε υποσχεθεί, προκειμένου να παράσχει περισσότερη βοήθεια στην Ουκρανία. 

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα επιχειρήσουν να «φλερτάρουν» με τον Τραμπ, από θέση άμυνας ή θα περάσουν στην αντεπίθεση; Οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ότι όταν ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος υποσχέθηκε προεκλογικά να τερματίσει τον πόλεμο της Ουκρανίας σε μία ημέρα, εννοούσε ότι θα το κάνει με όρους, που θα είναι ευνοϊκοί για τη Μόσχα. Οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ότι ο Τραμπ θα εγκαταλείψει την Ουκρανία για να ευχαριστήσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Υπάρχει επίσης ανησυχία ότι ο Τραμπ θα διασπάσει το ΝΑΤΟ στη δεύτερη θητεία του, αφού δήλωσε προεκλογικά ότι θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κάνει «ό,τι στο διάολο θέλει» σε μέλη της συμμαχίας που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους για τις αμυντικές δαπάνες. Υπάρχει και η ανησυχία ότι θα επιβάλλει δασμούς κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αναλυτές εκτιμούν ότι ως υπέρμαχος του αμερικανικού προστατευτισμού στην οικονομία ο Τραμπ βλέπει τους δασμούς τόσο ως διαπραγματευτικό εργαλείο όσο και ως ιδεολογικό στόχο. Αυτό σημαίνει ότι φαίνεται να ανησυχεί ελάχιστα για τα πλήγματα στην πραγματική οικονομία των ΗΠΑ και να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες στο εμπόριο, δηλαδή να δώσει κίνητρα στις αμερικανικές εταιρείες να μεταφέρουν την παραγωγή τους από το εξωτερικό στην πατρίδα.

Από την πλευρά της, η Ευρώπη θα ακολουθήσει την στρατηγική του «καρότου και μαστίγιου», δηλαδή διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μιας αμοιβαία επωφελούς εμπορικής συμφωνίας, με οδηγό την αντίληψη ότι θα υπάρξει σθεναρή απάντηση, εάν τελικά ο νέος Πρόεδρος επιλέξει τους τιμωρητικούς δασμούς. Εξάλλου, κάτι διαφορετικό θα ήταν τουλάχιστον ένδειξη αδυναμίας από την πλευρά της Ευρώπης. 

Οι απειλές του Τραμπ ότι θα αποσύρει τη στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία μπορεί επίσης να επισπεύσουν την ταχύτερη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ σχετικά με την ευρωπαϊκή άμυνα. Η ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία αποτελεί θέμα της ατζέντας για τον Γάλλο Πρόεδρο από τότε που εξελέγη για πρώτη φορά το 2017 και παραμένει μια περίπλοκη ιδέα που σημαίνει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικά κράτη μέλη της ΕΕ. Για τον Μακρόν, όμως, σημαίνει η Ευρώπη να ενεργεί ανεξάρτητα από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως γεωπολιτικός παράγοντας στην παγκόσμια σκηνή. Είναι ένα θέμα που θα καταστεί πιο επείγον στη δεύτερη θητεία Τραμπ, αλλά ο Μακρόν δεν θα είναι στην πολιτική σκηνή για πολύ ακόμα είτε αναγκαστεί να παραιτηθεί είτε λήξει η θητεία του. Ενώ Βερολίνο και Βρυξέλλες θα πρέπει να επαναξιολογήσουν την αυστηρότητα για την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, προς όφελος της αύξησης των επενδύσεων στην άμυνα.

Η πολιτική αβεβαιότητα από το Παρίσι μέχρι το Βερολίνο έχει δημιουργήσει ένα κενό εξουσίας που μπορεί να ενθαρρύνει τη Ρωσία στον πόλεμό της στην Ουκρανία. Η διαδικασία αυτή απειλεί να παρακωλύσει την ικανότητα της Ευρώπης να ανταποκριθεί σε έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, αν ο Τραμπ κινηθεί γρήγορα το επόμενο έτος για να επιβάλει υψηλούς φόρους στις εισαγωγές. Αλλά και εάν ο Τραμπ σπεύσει να συνεργαστεί με άλλους παίκτες στη Γηραιά Ήπειρο, όπως ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και η Ιταλή πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, προκαλώντας ίσως και διχασμό στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να κόψει τις γέφυρες, η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να περιχαρακωθεί περισσότερο. Είτε επικρατεί διχόνοια είτε σύμπνοια ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, πρέπει να γίνει σαφές ότι ο Τραμπ δεν είναι μια «κακοφωνία» και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως τέτοια. 

Μέση Ανατολή, η ωρολογιακή βόμβα, που σύντομα θα κρατήσει στα χέρια του ο Τραμπ

Η ευρύτερη Μέση Ανατολή φλέγεται. Και σε έξι εβδομάδες ο Τραμπ θα έχει μία δύσκολη εξίσωση να λύσει: να ισορροπήσει ανάμεσα στον αμερικανικό απομονωτισμό και τους κινδύνους της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των συνεχιζόμενων επιθέσεων σε πολεμικά πλοία των ΗΠΑ από τους αντάρτες Χούθι της Υεμένης, την προέλαση των τζιχαντιστών στη προς της Δαμασκό, την εύθραυστη εκεχειρία στο Λίβανο και το συνεχιζόμενο πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς. 

Οι ΗΠΑ έχουν στρατιώτες που σταθμεύουν στη Συρία. Τα στρατεύματα βρίσκονται κυρίως στα ανατολικά της χώρας, ιδιαίτερα στην επαρχία Ντέιρ Αλ Ζορ, υποστηρίζοντας τις τοπικές δυνάμεις στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ). Ο Τραμπ έχει δηλώσει την πρόθεσή του είναι να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις, όμως οι καταιγιστικές εξελίξεις στο πεδίο ίσως αλλάξουν την στάση του. Πάντως, ο Τούρκος Πρόεδρος, στηρίζοντας την προέλαση των τζιχαντιστών και οριοθετώντας τους Κούρδους της Συρίας, φρόντισε να στείλει μήνυμα στον Τραμπ ότι διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο ως περιφερειακή δύναμη. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν αποκλείεται να βραχυκυκλώσουν οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Ρωσία και το Ιράν. 

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Τραμπ υποσχέθηκε να τερματίσει τον πόλεμο στη Γάζα πολλές φορές σε διάφορες εκδηλώσεις. Αυτό ώθησε τους μουσουλμάνους Αμερικανούς και τους Αμερικανούς αραβικής καταγωγής να τον υποστηρίξουν στις εκλογές. Θα τηρήσει την υπόσχεσή του και προς όφελος ποιου; Η «λύση των δύο κρατών» τίθεται εν αμφιβόλω. Σε συνέντευξή του τον Μάιο του 2024, ο Τραμπ δήλωσε: «Υπήρχε μια στιγμή που πίστευα ότι δύο κράτη θα μπορούσαν να λειτουργήσουν. Τώρα νομίζω ότι δύο κράτη θα είναι πολύ, πολύ δύσκολο».

Μεγάλο ερώτημα είναι εάν ο Τραμπ θα επαναφέρει το ειρηνευτικό σχέδιο του για τη Μέση που παρουσίασε το 2020 και προέβλεπε ίδρυση υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις κράτους για τους Παλαιστινίους και την προσάρτηση από το Ισραήλ των εβραϊκών οικισμών στη Δυτική Όχθη. Τότε, η Ιορδανία εξέφρασε τις επιφυλάξεις της ενώ και η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος δεν φάνηκαν ενθουσιώδεις.

Ο Τραμπ στην εξουσία θα διευρύνει τα περιθώρια ελιγμών του Μπένιαμιν Νετανιάχου. Η στενή σχέση του με τον ισραηλινό πρωθυπουργό και η συντονισμένη συνεργασία τους για την κατάργηση της ιρανικής πυρηνικής συμφωνίας το 2018, όλα μαρτυρούν την επιστροφή της εκστρατείας μέγιστης πίεσης και των ισχυρών αποτρεπτικών ενεργειών κατά του ιρανικού καθεστώτος για να μην αναπτύξει πυρηνικό όπλο. 

Τώρα, όμως, έχει αλλάξει η στάση της Σαουδικής Αραβίας. Το Ριάντ δεν είναι πλέον πρόθυμο ούτε ακολουθήσει μία πολιτική αποκλεισμού του Ιράν, ούτε να εξομαλύνει τις σχέσεις του με το Ισραήλ δίχως επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος.

Εν κατακλείδι, η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ υπόσχεται να αναδιαμορφώσει τη δέσμευση των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, συνδυάζοντας την επιθετική διπλωματία, τις ενεργειακές προτεραιότητες και τις περιφερειακές συμμαχίες. Ενώ οι πολιτικές του μπορεί να ενισχύσουν το Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου, κινδυνεύουν να κλιμακώσουν τις εντάσεις με το Ιράν και τους Παλαιστίνιους.

Ο εφιάλτη σύνδεσης των πολεμικών μετώπων σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ασία-Ειρηνικό

Μετά το πολιτικό σοκ στη Νότια Κορέα τα τελευταία εικοσιτετράωρα με την αποτυχημένη απόπειρα του προέδρου Γιουν Σουκ Γέολ να επιβάλει στρατιωτικό νόμο «ξύπνησαν» ξανά οι φόβοι ότι οι εστίες έντασης σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ασία λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Αρκεί να παρατηρήσει κάποιος μόνο τα γεγονότα του τελευταίου χρόνου. Η Κίνα προμηθεύει τη Ρωσία με μικροεπεξεργαστές και άλλους πόρου που είναι κρίσιμα για την αμυντική της βιομηχανία. Το Ιράν στέλνει εκατοντάδες drone, ενώ η Βόρεια Κορέα της δίνει πυρομαχικά και στρατιώτες στο πλαίσιο της διμερούς αμυντικής συνεργασίας. Και εν μέσω αυτών των εξελίξεων «σιγοβράζουν» εντάσεις σε Ταϊβάν και κορεατική χερσόνησο.

Στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού διαμορφώνονται ακόμη δύο μέτωπα: από τη μια, Κίνα, Ρωσία, Ιράν και Βόρεια Κορέα. Και από την άλλη, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία με τις συμμαχίες τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμα κι αν η κυβέρνηση Τραμπ καταφέρει να σταματήσει τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, ο εκκολαπτόμενος άξονας μεταξύ Κίνας, Ρωσίας, Ιράν και Βόρειας Κορέας θα αντέξει, για τον απλό λόγο ότι παραμένει στο στρατηγικό συμφέρον και των τεσσάρων κρατών να τον συντηρήσουν.

Για την Κίνα, ο άξονας μεταφράζεται σε νέες πηγές πρώτων υλών, στρατιωτική τεχνολογία. Για τη Ρωσία, ο άξονας είναι κατ’ ουσίαν η οικονομική επιβίωσή της (από την Κίνα) και στρατιωτικό υλικό (από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν). Το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, με τη σειρά τους, εξασφαλίζουν στρατιωτική τεχνολογία και την υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων. Κανένας από αυτούς τους λόγους δεν έχει εκλείψει – ακόμα κι αν η κυβέρνηση Τραμπ επιτύχει να βάλει τέλος στους πολέμους σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή.