Η αδυναμία του τουρισμού να επιστρέψει σε φυσιολογικά επίπεδα και η κατάσταση του πολέμου έχουν πλήξει την οικονομία της πόλης. Οι επιχειρηματίες, που συνήθως βασίζονται στους τουρίστες για να ζήσουν, βλέπουν τις δουλειές τους να καταρρέουν.
Ο Αμπουντ, ιδιοκτήτης άλλου καταστήματος σουβενίρ, προσθέτει: «Πολλές οικογένειες έχασαν τις δουλειές τους γιατί, όπως καταλαβαίνετε, δεν υπάρχουν τουρίστες».
Οι κάτοικοι, ανήσυχοι για το μέλλον τους, αρχίζουν να αναζητούν νέες ευκαιρίες στο εξωτερικό. Ο Αλάα Αφτίμ, που διατηρεί ένα εστιατόριο, εξηγεί. «Εξαιτίας των κακών συνθηκών διαβίωσης και των οικονομικών προβλημάτων, οι άνθρωποι αρχίζουν να ψάχνουν για καλύτερες ευκαιρίες για τα παιδιά τους, για καλύτερη εκπαίδευση, για ένα καλύτερο μέλλον».
Ανάμεσα τους είναι και πολλοί χριστιανοί, οι οποίοι βλέπουν τις ζωές τους να μεταμορφώνονται ριζικά από την έλλειψη σταθερότητας και τη συνεχιζόμενη βία στην περιοχή.
Το μεταναστευτικό κύμα
Η μετανάστευση από τη Βηθλεέμ έχει αυξηθεί δραματικά, καθώς οι κάτοικοι προσπαθούν να ξεφύγουν από τις δύσκολες συνθήκες. «Η μετανάστευση από τη Βηθλεέμ αυξάνεται καθημερινά και μηνιαία, και αυτό έχει αρνητικό αντίκτυπο στην πόλη», λέει ο Ίσα Θαλιέχ, ιερέας στην Εκκλησία της Γεννήσεως.
Ο Αλάα Αφτίμ αναφέρει ότι ένας από τους ξαδέλφους του πρόσφατα μετανάστευσε στην Αυστραλία, αναζητώντας καλύτερες ευκαιρίες.
Η θλίψη και η ελπίδα σε μια πόλη σε απομόνωση
Η πόλη της Βηθλεέμ, χωρίς επισκέπτες και με άδειους δρόμους, μοιάζει με πόλη «φάντασμα». «Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνούν οι παλαιστινιακές πόλεις μας, ειδικά στη Γάζα, είναι δύσκολο να δείξουμε σημάδια χαράς και ευτυχίας», σχολιάζει ο ιερέας Θαλιέχ. Η θλίψη και η αγωνία είναι διάχυτες στην πόλη, καθώς ο πόλεμος και η οικονομική κρίση συνδυάζονται με το φόβο του άγνωστου και της ανασφάλειας.
Παρ’ όλα αυτά, η πίστη των κατοίκων παραμένει ασάλεφτη. Οι προσευχές συνεχίζονται και η Εκκλησία της Γεννήσεως παραμένει ανοιχτή για τους λίγους προσκυνητές και πιστούς.
Ο ιερέας Μούνθερ Ισάακ, που λειτουργεί στην Λουθηρανική Εκκλησία της Βηθλεέμ, περιγράφει την κατάσταση ως εξαιρετικά δύσκολη. «Αν ο Χριστός γεννιόταν σήμερα, θα γεννιόταν κάτω από τα ερείπια και τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς», είχε δηλώσει πέρυσι. Η γιορτινή ατμόσφαιρα, που άλλοτε συνόδευε τα Χριστούγεννα στη Βηθλεέμ, έχει αντικατασταθεί από μια αίσθηση πένθους και απόγνωσης.
Οι περιορισμοί και τα οδοφράγματα
Πέρα από τις συνθήκες ασφαλείας, οι περιορισμοί στις μετακινήσεις καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση. Οι Ισραηλινοί έχουν ενισχύσει τους ελέγχους και τις στρατιωτικές περιπολίες γύρω από την πόλη.
Ο δήμαρχος Αντών Σαλμάν επισημαίνει ότι «τα νέα οδοφράγματα γύρω από τη Βηθλεέμ δημιουργούν εμπόδια για τους επισκέπτες». Ο ίδιος προσθέτει: «Ίσως μερικοί από αυτούς να καταφέρουν να περάσουν και ένα μέρος από αυτούς, θα αντιμετωπίσει τις πύλες και τα σημεία ελέγχου που έχει τοποθετήσει το Ισραήλ γύρω από τη Βηθλεέμ».
Το τείχος του Ισραήλ
Το 2002, το Ισραήλ κατασκεύασε τη διαχωριστική γραμμή, γνωστή και ως «τείχος της Δυτικής Όχθης» ή «ισραηλινό τείχος», το οποίο περιλαμβάνει φράκτες, τοίχους και άλλα μέτρα ασφαλείας, με στόχο να αποτραπούν τρομοκρατικές επιθέσεις κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Ιντιφάντα, την εξέγερση δηλαδή των Παλαιστινίων εναντίον του Ισραήλ.
Ωστόσο, η διαδρομή του τείχους, που παρακάμπτει την Πράσινη Γραμμή, γραμμή κατάπαυσης του πυρός του 1949 που ορίστηκε σε συμφωνίες εκεχειρίας μεταξύ του Ισραήλ, της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου και της Συρίας, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τη διεθνή κοινότητα.
Η πορεία που διαγράφει το τείχος περνά μέσα και γύρω από τη Βηθλεέμ, περιορίζοντας την ελεύθερη κυκλοφορία των Παλαιστινίων και απομονώνοντας τις τοπικές κοινότητες. Ειδικοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταδικάζουν τη διαίρεση του παλαιστινιακού εδάφους και την ενσωμάτωση ισραηλινών εποικισμών, καθώς το 88% της πορείας του τείχους εισβάλει σε παλαιστινιακό έδαφος, ουσιαστικά προσαρτώντας τμήματα της Δυτικής Όχθης.