Του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου: Διεθνολόγος, Ερευνητής στο τμήμα Τουρκικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η Τουρκία βρίσκεται σε μια περίπλοκη γεωπολιτική συγκυρία, καθώς οι πρόσφατες εξελίξεις αναδεικνύουν σημαντική διαφοροποίηση στη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης απέναντι στη Ρωσία, επηρεάζοντας τις σχέσεις της Άγκυρας με τις δυνάμεις αυτές. Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει μια νέα εποχή στις σχέσεις με τη Ρωσία και η προσέγγιση αυτή έχει προκαλέσει ανησυχίες στην Ουκρανία και μεταξύ των Ευρωπαίων συμμάχων, καθώς αντιλαμβάνονται ότι τα συμφέροντα της Ουκρανίας θυσιάζονται, μαζί με την πολυετή αμυντική συμπόρευση ΗΠΑ – Ευρώπης, προκειμένου το Κρεμλίνο μην συμπορευτεί με την Κίνα.
Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία επιδιώκει να διαμορφώσει έναν νέο ρόλο στη στρατηγική άμυνα της Ευρώπης, εκμεταλλευόμενη την αναδιάταξη των διεθνών ισορροπιών και την προοπτική προσέγγισης μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας. Η πολιτική της Άγκυρας βασίζεται στην αντίληψη ότι η Ευρώπη, υπό την απειλή της ρωσικής επεκτατικότητας και της αμερικανικής αποστασιοποίησης από την παραδοσιακή της αμυντική πολιτική, μπορεί να την ενσωματώσει ως βασικό παράγοντα ασφαλείας και σταθερότητας. Ωστόσο, η Γαλλία αποτελεί έναν σημαντικό αντίπαλο σε αυτήν την προσπάθεια, καθώς διαθέτει ισχυρή αμυντική βιομηχανία, που θέλει να ενισχύσει και τη μοναδική πυρηνική αποτρεπτική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Παρίσι φιλοδοξεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην ευρωπαϊκή άμυνα, προωθώντας μια αυτόνομη στρατηγική που δεν εξαρτάται από το ΝΑΤΟ ή τρίτες χώρες, και βλέπει την τουρκική επιρροή ως εμπόδιο σε αυτό το εγχείρημα.
Στον τομέα της ενέργειας, η Τουρκία επιδιώκει να επιβάλει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο, αξιοποιώντας τη στρατιωτική της παρουσία στη Συρία και τις διμερείς συμφωνίες που έχει συνάψει με τη Λιβύη. Η στρατηγική της Άγκυρας στηρίζεται στην προβολή ισχύος μέσω του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» και της αμφισβήτησης των υφιστάμενων αποκλειστικών ζωνών, που έχουν οριοθετήσει η Ελλάδα, η Κύπρος και οι σύμμαχοί τους. Παράλληλα, η Τουρκία προσπαθεί να εξισορροπήσει την αντιπαλότητά της με το Ισραήλ, αναγνωρίζοντας τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει η Ιερουσαλήμ στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής. Αν και οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν επανέλθει σε πιο λειτουργικό επίπεδο, οι ενεργειακές φιλοδοξίες τους παραμένουν αντικρουόμενες, καθώς το Ισραήλ επιδιώκει να αξιοποιήσει τις συμμαχίες του με την Ελλάδα και την Κύπρο για την εξαγωγή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, παρακάμπτοντας την Τουρκία.
Η ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ισραήλ υπό τη νέα προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ περιπλέκει περαιτέρω τη θέση της Τουρκίας. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει εκφράσει ανοιχτά την υποστήριξή του στις ισραηλινές ενεργειακές πρωτοβουλίες και έχει υποβαθμίσει τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, γεγονός που δυσχεραίνει τις τουρκικές επιδιώξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Αντιθέτως, η Ελλάδα και η Κύπρος ευνοούνται από αυτήν την προσέγγιση, καθώς η Ουάσινγκτον υποστηρίζει τις ενεργειακές τους συνεργασίες και τη στρατιωτική τους ενίσχυση έναντι της τουρκικής απειλής.
Η προσέγγιση Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας, η οποία έχει ως κύριο στόχο να αποτρέψει τη σύμπλευση της Μόσχας με το Πεκίνο, ενδέχεται να ωθήσει την Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη. Η Άγκυρα, βλέποντας τη μείωση της ανάγκης για μια στενή σχέση με τη Ρωσία, μπορεί να επιχειρήσει να αναβαθμίσει τον ρόλο της ως εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αξιοποιώντας την αμυντική της συνεισφορά και τη γεωστρατηγική της θέση. Αυτό, ωστόσο, δημιουργεί κινδύνους για την ελληνική εξωτερική πολιτική, καθώς μια πιθανή ευρωπαϊκή προσέγγιση προς την Τουρκία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιέσεις για συμβιβασμούς εις βάρος των ελληνικών και κυπριακών συμφερόντων, ιδιαίτερα στο ζήτημα της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών και της εκμετάλλευσης των ενεργειακών πόρων.
Συμπερασματικά, η Τουρκία επιχειρεί να ενταχθεί στη νέα ευρωπαϊκή στρατηγική άμυνας, αλλά αντιμετωπίζει εμπόδια λόγω της ισχυρής γαλλικής παρουσίας και της προοπτικής αυτονομίας της Ευρώπης από το ΝΑΤΟ. Στην Ανατολική Μεσόγειο, προσπαθεί να επιβάλει τα ενεργειακά της συμφέροντα μέσω στρατιωτικής ισχύος και διπλωματικών ελιγμών, ενώ η ενίσχυση των αμερικανοϊσραηλινών σχέσεων περιορίζει τις δυνατότητές της. Η πιθανή αναπροσαρμογή των τουρκικών σχέσεων με την Ευρώπη λόγω της αμερικανορωσικής προσέγγισης μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες, επηρεάζοντας άμεσα τις ελληνικές διπλωματικές επιδιώξεις και τις περιφερειακές ενεργειακές εξελίξεις.