Σοβαρό πλήγμα φαίνεται να έχουν υποστεί οι στρατιωτικοί σχεδιασμοί της Άγκυρας που αφορούν πιθανή επιθετική ενέργεια κατά της Ελλάδας, και συγκεκριμένα στη Δυτική Θράκη και το Αιγαίο, εξαιτίας της αυξανόμενης στρατιωτικής υποστήριξης που προσφέρουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γαλλία στην ελληνική πλευρά. Οι αποκαλύψεις αυτές προέρχονται από το Nordic Monitor, το οποίο φέρνει στο φως λεπτομέρειες για παλαιότερους αλλά ιδιαίτερα στοχευμένους στρατιωτικούς σχεδιασμούς των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι στρατηγικές επιτελικές προβλέψεις της Τουρκίας βασίζονταν στην ύπαρξη ενός στενού χρονικού περιθωρίου, κατά το οποίο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αιφνιδιαστικό πλήγμα κατά ελληνικού εδάφους — πριν υπάρξει διεθνής στρατιωτική αντίδραση, ιδιαίτερα από ΗΠΑ και ΕΕ. Η βάση για τα σενάρια αυτά εντοπίζεται στις αποκαλύψεις της δίκης «Βαριοπούλα» (Sledgehammer) το 2010, που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και είχε στόχο την ανάδειξη εσωτερικών συγκρούσεων εντός του τουρκικού στρατού.
Τα στοιχεία που ήρθαν στη δημοσιότητα από εκείνη την υπόθεση περιλαμβάνουν ηχογραφήσεις, απόρρητα έγγραφα και επίσημες εκθέσεις του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, που επιβεβαιώνουν πως το Μάρτιο του 2003 οργανώθηκε ένα πολεμικό σεμινάριο με τη συμμετοχή ανώτερων αξιωματικών. Επικεφαλής της διοργάνωσης ήταν ο στρατηγός Τσετίν Ντογάν, τότε διοικητής του 1ου Σώματος Στρατού, το οποίο έχει έδρα την Κωνσταντινούπολη και αρμοδιότητα την άμυνα της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Θράκης και του Βοσπόρου.
Η κεντρική ιδέα του τουρκικού στρατηγικού σχεδίου δεν επικεντρωνόταν τόσο στην κατάληψη ελληνικών εδαφών, όσο στη μέγιστη δυνατή καταστροφή ελληνικών στρατιωτικών μονάδων. Η Θράκη, σύμφωνα με τις στρατιωτικές εκτιμήσεις της Τουρκίας, θα λειτουργούσε ως δευτερεύον θέατρο επιχειρήσεων που θα ενίσχυε την κύρια επιχείρηση στο Αιγαίο.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην τελική παρουσίαση της τουρκικής στρατιωτικής ηγεσίας, στόχος στη Θράκη δεν ήταν η εδαφική προέλαση, αλλά «η ουσιαστική αποδυνάμωση του αντιπάλου».
Μία από τις βασικές υποθέσεις του τουρκικού σχεδίου ήταν ότι εντός τριών ή τεσσάρων ημερών από την έναρξη μιας επιθετικής ενέργειας, θα επενέβαιναν δυνάμεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ για να σταματήσουν τις συγκρούσεις. Το στρατιωτικό πλεονέκτημα, επομένως, έπρεπε να επιτευχθεί γρήγορα και αποφασιστικά, πριν υπάρξει εξωτερική αντίδραση. Η κατάληψη ελληνικών νησιών φερόταν να είναι ο τελικός στόχος της επιχείρησης.
Αν και είναι πιθανό ότι αυτά τα επιχειρησιακά σχέδια έχουν αναθεωρηθεί με την πάροδο του χρόνου, θεωρείται πως οι βασικές δομές και προτεραιότητες τους δεν έχουν αλλάξει.
Ωστόσο, τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Τουρκίας φαίνεται πως έχουν περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η σύσφιξη των αμυντικών σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, αποτρέποντας πιθανή τουρκική κίνηση. Η αυξημένη παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων σε ελληνικές βάσεις δημιουργεί υψηλό στρατιωτικό και διπλωματικό ρίσκο για την Άγκυρα.
Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει εκφράσει δημοσίως την αγανάκτησή του για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Ούγγρο Πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν το 2021, δήλωσε πως η Ελλάδα «έχει μετατραπεί σε στρατιωτικό σταθμό των ΗΠΑ», εκφράζοντας έντονη δυσφορία για τη στρατιωτική εμπλοκή της Ουάσινγκτον στην περιοχή.
Ο Ερντογάν και άλλοι Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένα καταδικάσει τη στρατηγική συνεργασία της Ελλάδας με ΗΠΑ και Γαλλία, εκφράζοντας τον φόβο πως περιορίζει τον στρατιωτικό τους ελιγμό στο Αιγαίο και τη Θράκη.
Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες υπογραμμίζουν πως η στρατιωτική συνεργασία με την Ελλάδα έχει σκοπό την ενίσχυση της σταθερότητας στο ΝΑΤΟ. Ο πρέσβης Τζέφ Φλέικ είχε σημειώσει πως οι ενέργειες των ΗΠΑ δεν στοχεύουν την Τουρκία αλλά εξυπηρετούν την ευρύτερη ασφάλεια στην Ανατολική Ευρώπη και την υποστήριξη της Ουκρανίας.
Η Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ έχει ανανεωθεί και ενισχυθεί το 2019 και το 2021, με νέες διατάξεις που επιτρέπουν στις ΗΠΑ πρόσβαση σε στρατηγικές βάσεις όπως η Αλεξανδρούπολη και η Σούδα. Η Ελλάδα έχει επίσης ενισχυθεί με εξοπλιστικά προγράμματα, από τον εκσυγχρονισμό των F-16 μέχρι συζητήσεις για απόκτηση μαχητικών πέμπτης γενιάς.
Η παρουσία αμερικανικών δυνάμεων στην Αλεξανδρούπολη —σε μικρή απόσταση από τα τουρκικά σύνορα— αποτελεί αγκάθι για την Άγκυρα, καθώς λειτουργεί ως κόμβος μεταφοράς νατοϊκών δυνάμεων προς τα Βαλκάνια, παρακάμπτοντας τον Βόσπορο.
Το 2021, Ελλάδα και Γαλλία υπέγραψαν μια ιστορική συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας, με ρήτρα αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής. Παράλληλα, προχώρησε η προμήθεια κορυφαίων γαλλικών αμυντικών συστημάτων, όπως τα μαχητικά Rafale, φρεγάτες και ελικόπτερα.
Αυτή η ενίσχυση του ελληνικού οπλοστασίου αλλά και των συμμαχιών της Αθήνας έχει περιορίσει