Του Γιάννη Κορωναίου
Τα σημάδια διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ, που έκαναν την εμφάνιση τους στο κλειστό του Ταε Κβο Ντο, μόνο καλά μηνύματα για την πορεία του πολιτικού συστήματος και τη λειτουργία της Δημοκρατίας δεν προμηνύουν.
Τα όσα έγιναν στο τριήμερο Συνέδριο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολιτευσης επιβεβαιώνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σε σπιράλ εσωστρέφειας, χειρότερης ίσως απ΄ ότι το προηγούμενο χρονικό διάστημα, αφού πλέον σε αντίπαλα στρατόπεδα βρίσκονται ακόμη και στελέχη που μέχρι πρότινος μοιράζονταν κοινές θέσεις αλλά και προσδοκίες για το μέλλον του κόμματος. Τούτο μεθερμηνεύεται ως περαιτέρω αποσύνθεση και συρρίκνωση σε επίπεδο αξιοπιστίας, κοινωνικής απεύθυνσης και δυναμικής, στη λογική του “άλλου πόλου” απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις πρώτες αποχωρήσεις των 53+ και της Ομάδας Αχτσιόγλου έχασε βουλευτές και έμπειρα στελέχη. Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί το επιχείρημα της “ομοιογένειας”, που ισορροπούσε τις απώλειες. Ακόμα και η μείωση της κοινοβουλευτικής δύναμης του -και η παράλληλη δημιουργία ενός “κλώνου” στα αριστερά του- δεν επηρέαζε επί της ουσίας τις δυνατότητές του ως αξιωματική αντιπολίτευση, αφού ούτως ή άλλως αριθμούσε μόλις 47 βουλευτές.
Στην παρούσα, όμως, αντιπαράθεση ανάμεσα στε νυν και πρώην πρόεδρο, “παλαιοπροεδρικούς” και “νεοπροεδρικούς”, αντιπαρατέθηκαν αυτοί που θεωρητικά μοιράζονται τις ίδιες ιδέες για τον προσανατολισμό του κόμματος. Ο σημερινός πρόεδρος απείχε παρασάγγας, για παράδειγμα, από τον Ν. Φίλη ή τον Π. Σκουρλέτη σε ό,τι αφορά ιδεολογικής φύσης ζητήματα, εξωτερικής ή οικονομικής πολιτικής. Με τους σημερινούς αντιπάλους του, όμως, ήταν θεωρητικά κοντά.
Ο Μακρόν της Ελλάδας και το ΙΧ κόμμα
Η εν εξελίξη αντιπαράθεση αφορά επί της ουσίας τα “φρένα” στον Κασσελάκη, το χαλινάρι στον 35χρονο νέο αρχηγό που θέλει να εξελιχθεί σε Μακρόν της Ελλάδας, που βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ ως “σκαλοπάτι” στην πορεία του για την πρωθυπουργία αλλά και την αλλαγή του ελληνικού πολιτικού γίγνεσθαι ή να τον μετατρέψει σε “ΙΧ κόμμα”.
Ο Στέφανος Κασσελάκης, ακόμα κι αν καταφέρει τον αυτοσκοπό του και αναδειχθεί αντίπαλος πόλος στον Κ. Μητσοτάκη -κάτι που φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο υπό τις παρούσες συνθήκες- θα το έχει κάνει παίζοντας στο έπακρο το παιχνίδι του σημερινού πρωθυπουργού, όχι κομίζοντας ένα νέο πολιτικό υπόδειγμα, όχι ερχόμενος να διορθώσει κοινωνικές αδικίες και χρόνιες στρεβλώσεις, όχι συνθέτοντας απόψεις πείθοντας πλατιά κοινωνικά στρώματα να συστρατευθούν μαζί του.
Όπως είχε πει ο ίδιος, συστηνόμενος στο πανελλήνιο για να διεκδικήσει τη ψήφο των μελών του ΣΥΡΙΖΑ, μιλάει καλύτερα αγγλικά από τους “δήθεν αρίστους” του Μητσοτάκη, και τους έχει κερδίσει σε μαθηματικούς διαγωνισμούς και πτυχία. Θα μπορούσε κάποιος να επεκτείνει την επιχειρηματολογία του και να προσθέσει πως έχει ωραιότερο χαμόγελο και καλύτερες οffshores απ’ αυτούς, ενθουσίασε περισσότερο τα μέλη της Λέσχης της Κηφισιάς, σύμφωνα με το ρερπορτάζ της Εστίας, και έχει απευθείας σύνδεση με τους εμπνευστές της woke κουλτούρας, που ο Μητσοτάκης, ο Σκέρτσος, ο Πατέλης και η Κεραμέως δεν έχουν.
Αυτό που μπορεί να είδαν με το “καλημέρα” του Στέφανου Κασσελάκη ο Τσακαλώτος και ο Φίλης, η Αχτσιόγλου, ο Χαρίτσης και ο Ηλιόπουλους πιο μετά όπως ο Κόκκαλης και ο Κούλογλου, μπορεί να το διαπίστωσαν σήμερα ο Τσίπρας, η Γεροβασίλη και η Νοτοπούλου. Και μπορεί αύριο, αν έχουν μείνει μόνο τα ντουβάρια της Κουμουνδούρου και οι Σύνεδροι με τις σέλφι, να το αντιληφθούν ο Παππάς και ο Πολάκης.
Κατακερματισμός της κεντροαριστεράς
Απομακρυνόμενος από τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ, ο πολίτης θα συναντήσει στον χώρο της αντιπολίτευσης ένα ΠΑΣΟΚ με σύνδρομο “μικρομεγαλισμού”. Κάποια στελέχη, όπως ο πρόεδρος Ν. Ανδρουλάκης και οι στενοί συνεργάτες του, αναφέρουν ως στόχο όχι το “προσπέρασμα” του ΣΥΡΙΖΑ αλλά τη νίκη επί της Νέας Δημοκρατίας, προφανώς στις εθνικές εκλογές. Κάποια άλλα συμπεριφέρονται πιο ταπεινά και υπενθυμίζουν ότι “το κόμμα πριν 7-8 χρόνια ήταν το τελευταίο κοινοβουλευτικά” (Π. Χριστίδης), επομένως κάθε ποσοστιαία δημοσκοπική μονάδα είναι πολιτική νίκη.
Η ουσία είναι πως και στις δυο εντός του Κινήματος απόψεις, εμπεριέχεται η παραδοχή ενός δύσκολου αγώνα προκειμένου το ΠΑΣΟΚ να προβάλλει ως το “αντίπαλον δέος” της ΝΔ. Ιδίως από τη στιγμή που το κόμμα δημοσκοπικά κινείται στο πεδίο “12-13%” στην πρόθεση ψήφου και έχει να αντιμετωπίσει, κι αυτό, τα… θεματάκιά του, όπως την διαφοροποίηση για ακόμα μια φορά της Ν. Γιαννακοπούλου, η οποία προαναγγέλλει πως θα υπερψηφίσει το σχέδιο νόμου για τα μη κρατικά πανεπιστήμια.
Το ΚΚΕ από την πλευρά του καταγράφει σημαντική δημοσκοπική πρόοδο, “ακούγεται” πιο εύκολα και έχουν αποδώσει κάποιες πολιτικές αποφάσεις τόσο κοινοβουλευτικά όσο και στις πρόσφατες εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Κυρίως καρπώνεται ικανοποιητικά μερίδια από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και ευελπιστεί πως αυτό θα συνεχιστεί πηγαίνοντας προς τις κάλπες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε πως σε κάθε ευκαιρία ο Δ. Κουτσούμπας, αλλά πλέον και τα στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος, “κλείνει το μάτι” στους απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ.
Με τα δυο κυρίαρχα κόμματα της κεντροαριστεράς να βρίσκονται από οριακά διψήφια ποσοστά μέχρι το 13%, η συζήτηση για το τι συμβαίνει κάτω από αυτά περισσεύει. Νέα Αριστερά, Πλεύση Ελευθερίας και ΜέΡΑ25 θα παλέψουν γύρω από το όριο εκλογής ευρωβουλευτή.